Τα αρχαία ελληνικά ανέκδοτα είναι πνευματώδη και διδακτικά. Μας χαρίζουν το γέλιο, αλλά εκφράζουν και το αρχαίο ελληνικό πνεύμα στην πιο χαριτωμένη του μορφή.

Τα αρχαία ελληνικά ανέκδοτα δεν είναι συγκεντρωμένα σε ένα συγκεκριμένο αρχαίο κείμενο.Θα τα βρούμε διασκορπισμένα σε έργα του Πλούταρχου, στις βιογραφίες του Διογένη του Λαέρτιου, στο Ανθολόγιο του Στοιβαίου, στα αστεία του Ιεροκλή κ.λπ. Τα περισσότερα προέρχονται από τον 4ο αι. π.Χ.

Τότε πλάστηκε η λέξη «σπουδαιογέλοιον» που σήμαινε την ανακάλυψη της αστείας πλευράς, ακόμα και των πιο σοβαρών γεγονότων της ζωής…

*

Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του. Ο φιλόσοφος ζήτησε αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό. «Με τόσα χρήματα», είπε, «θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο». «Αγόρασε», είπε ο Αρίστιππος, «κι έτσι θα έχεις δύο».

*

Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος ρώτησε τον Αρίστιππο: «Γιατί οι φιλόσοφοι επισκέπτονται τα σπίτια των πλουσίων, ενώ οι πλούσιοι δεν πηγαίνουν στα σπίτια των φιλοσόφων;». Ο Αρίστιππος αποκρίθηκε: «Γιατί οι φιλόσοφοι ξέρουν τι τους λείπει, ενώ οι πλούσιοι δεν ξέρουν».

*

Ο Διογένης βλέποντας κάποιον να δείχνει ερωτευμένος με μια πλούσια γριά, είπε: «Σ’ αυτήν δεν κάρφωσε τα μάτια του, αλλά τα δόντια του».

*

Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».

*

Πλησίασε ένας τον Δημοσθένη, του είπε ότι χτυπήθηκε από κάποιον και τον παρακαλούσε να τον υπερασπιστεί ως συνήγορος. Ο Δημοσθένης του είπε: «Τίποτα δεν έπαθες». Όταν ο άνθρωπος άρχισε να φωνάζει, ο Δημοσθένης παρατήρησε: «Τώρα ακούω πραγματικά τη φωνή ενός αδικημένου ανθρώπου».

*

Ένας φαλακρός έβριζε τον Διογένη. Ο φιλόσοφος γύρισε και του είπε: «Δεν σου ανταποδίδω τις βρισιές, αλλά θα ήθελα να πω ένα ‘μπράβο’ στις τρίχες σου, γιατί απαλλάχτηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι».

*

Παρακινούσαν τον Φίλιππο τον Μακεδόνα να εξορίσει κάποιον που τον κακολογούσε. Ο Φίλιππος απάντησε: «Δεν είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’ άλλα μέρη;».

 

*

Ρώτησαν τον Αριστείδη τι τον στεναχωρούσε πιο πολύ στην εξορία. Εκείνος απάντησε: «Η κακή φήμη της πατρίδας μου. Όλοι την κακολογούν επειδή με εξόρισε».

 

*

Έλεγε ο Θαλής σε μια συντροφιά, ότι ο θάνατος δεν διαφέρει σε τίποτα απ’ τη ζωή. Κάποιος τότε τον ρώτησε:

- Αφού είναι έτσι, τότε γιατί δεν προτιμάς τον θάνατο;

Ο φιλόσοφος απάντησε:

- Ακριβώς γιατί δε διαφέρει από τη ζωή!

 

*

Σε κάποιον που έλεγε ότι η ζωή είναι άσχημη, ο Διογένης ο Κυνικός είπε:

- Άσχημη δεν είναι η ζωή. Άσχημη είναι η άσχημη ζωή!

 

*

Ένας φλύαρος κουρέας, ρώτησε τον βασιλιά της Μακεδονίας, Αρχέλαο:

- Πως θες να σε κουρέψω;

Ο Αρχέλαος απάντησε:

- Σιωπηλός!

 

*

Κάποιος κλώτσησε τον Σωκράτη, χωρίς ο τελευταίος ν’ αντιδράσει. Στην απορία ενός από τη συντροφιά, πως ανέχτηκε κάτι τέτοιο, ο φιλόσοφος απάντησε:

- Αν με κλωτσούσε γάιδαρος, μήπως θα έπρεπε να του κάνω μήνυση;

 

*

Ο Πύρρος, ο βασιλιάς της Ηπείρου, νίκησε δυο φορές τους Ρωμαίους, αλλά έχασε πολλούς στρατιώτες και αξιωματικούς. Τότε είπε:

- Αν πετύχουμε άλλη μια νίκη σαν και αυτές, καταστραφήκαμε!

 

*

Κάποιος ρώτησε τον Θεμιστοκλή:

- Τι θα ήθελες να ήσουν; Αχιλλέας ή Όμηρος;

Ο Θεμιστοκλής ρωτά κι αυτός:

- Εσύ τι θα ήθελες να ήσουν; Νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ή αυτός που αναγγέλει τα ονόματα των νικητών;

 

*

Κάποτε, ο Κράτης, ο κυνικός φιλόσοφος, δεν απάντησε σε μια ερώτηση του φιλόσοφου Στίλπωνα, αλλά άφησε μια πορδή, εκφράζοντας έτσι την περιφρόνησή του. Ο Στίλπωνας αντιμετώπισε αυτή τη στάση, με την παρατήρηση:

- Γνώριζα ότι η απάντησή σου θα ήταν εντελώς άσχετη προς την ερώτησή μου!

 

*

Ο Δημοσθένης έπιασε έναν να τον κλέβει. Ο κλέφτης προσπάθησε να δικαιολογηθεί:

- Δεν ήξερα ότι αυτό που έκλεβα είναι δικό σου…

Κι ο Δημοσθένης του είπε:

- Γνώριζες ωστόσο πολύ καλά, ότι δεν ήταν δικό σου!

 

*

Κάποτε ο Διογένης φώναζε: «Ελάτε εδώ, άνθρωποι!». Και όταν μαζεύτηκαν

πολλοί, τους κυνήγησε με το μπαστούνι του, λέγοντας: «Ανθρώπους κάλεσα,

όχι καθάρματα!».

*

Ο Φωκίωνας διαφωνούσε συνήθως με όλους πάνω σε πολιτικά θέματα. Μια φορά

όμως, όταν μίλησε στην Εκκλησία του Δήμου, όλοι ασπάστηκαν τις ιδέες του.

Απορημένος γύρισε προς τους φίλους του και τους ρώτησε: «Μήπως είπα σήμερα

κάποια ανοησία, χωρίς να το καταλάβω;».

 

*

Έτρωγε κάποτε ο Διογένης σε λαϊκό μαγειρείο. Σε μια στιγμή βλέπει να περνά

απέξω ο ρήτορας Δημοσθένης. Τον φώναξε να πάει μέσα. Εκείνος αρνήθηκε για

λόγους αξιοπρέπειας. Τότε ο Διογένης του λέει: «Δεν χρειάζεται να ντρέπεσαι.

Και ο κύριός σου (δηλ. ο λαός) έρχεται συχνά εδώ».

 

*

Ο Διογένης έπαιρνε το γεύμα του στη μέση της αγοράς και μερικοί μαζεύτηκαν γύρω του αποκαλώντας τον “σκύλο”. Ο Διογένης αντέστρεψε τον χαρακτηρισμό λέγοντας: “Σκύλοι είστε εσείς, που μαζευτήκατε και κοιτάτε έναν άνθρωπο στο στόμα την ώρα που τρώει”.

 

*

Έβριζε κάποιος τον Αρίστιππο. Ο τελευταίος δεν απαντούσε, αλλά έφευγε γρήγορα. Ο υβριστής τον ρώτησε θυμωμένος “Γιατί φεύγεις;” και ο φιλόσοφος απάντησε “Αν εσύ έχεις τη δυνατότητα να βρίζεις, εγώ έχω τη δυνατότητα να μην ακούω τις βρισιές σου”.

 

*

Είπε κάποιος στον Αρίστιππο ότι η Λαΐδα δεν τον αγαπά, αλλά προσποιείται. Ο φιλόσοφος τότε απάντησε: «Ούτε το κρασί ή το ψάρι με αγαπούν, εγώ όμως τα απολαμβάνω».

 

*

Σύζυγος λέει στην ερωτομανή γυναίκα του: «Τι θέλεις να κάνουμε, να φάμε ή να κάνουμε έρωτα;» Και εκείνη του απαντά: «Ο,τι θέλεις, ψωμί πάντως δεν έχουμε».

 

*

Ο Διογένης ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα και όταν τον ρώτησαν γιατί κάνει κάτι τέτοιο, απάντησε: «Εξασκούμαι στο να μην απογοητεύομαι από την αναισθησία των ανθρώπων».

 

http://xkosm.blogspot.com/